ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΣ FUCHS

Τον Μάιο του 1837 ο Όθωνας ύστερα από την αίτηση 4 στρατιωτικών για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα (Νάιδελ, Βέρνερ, Βούθ, Ζίγλερ) και την προσπάθεια ευρέσεως του κατάλληλου χώρου εξέδωσε Διάταγμα με το οποίο ίδρυε τη Βαυαρική Στρατιωτική αποικία Ηρακλείου.
Για να βρουν το κατάλληλο μέρος τοποθέτησαν σε διάφορα μέρη της Αττικής κομμάτια κρέατος για να δούνε που θα αργήσει να πήξει και επειδή άργησε εδώ επιλέξανε το Ηράκλειο λόγω του ότι το μέρος είχε λιγότερη υγρασία.

Το ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού προέβλεπε ένα οικοδομικό τετράγωνο με πλευρά 150 μέτρων περίπου με πλευρές την Πίνδου, τη Χαλκίδος, τον Άγιο Λουκά και τον Άγιο Γεώργιο. Στις γωνίες τους προβλεπόταν πυργίσκοι που θα φύλαγαν τον οικισμό. Λόγω του μεγάλου κόστους και του περιορισμένου ενδιαφέροντος από πλευράς Βαυαρών όλα αυτά έμειναν στα χαρτιά και κτίστηκε μόνο η νότια και η δυτική πλευρά, δηλαδή η σημερινή Ι.Φιξ και η Ηρακλείου από τον Άγιο Λουκά μέχρι την Κομνηνού.

Το 1858 ήρθε ο ζυθοποιός Fuchs (αλεπού στα Ελληνικά) από το Muhldorf της Βαυαρίας στην Ελλάδα για να συναντήσει τον πατέρα του Γεώργιο, που εργαζόταν ως μεταλλειολόγος στα ορυχεία της Κύμης και του Λαυρίου. Αυτός έμεινε στην αποικία και δημιούργησε απέναντι από τον Άγιο Λουκά στην Ηρακλείου ένα ζυθοποιείο το οποίο σώζεται και στις μέρες μας, ενώ υπήρξε η σκέψη να μετατραπεί η αποικία, η οποία δεν εξελισσόταν πληθυσμιακά, σε χωριό εξειδικευμένων εργατών μπύρας που θα δούλευαν γι’ αυτόν.
Η σκέψη αυτή δε πραγματοποιήθηκε, γιατί το 1862 ο Όθωνας που τον έφερε στην αποικία, εξορίζεται από την Ελλάδα, με αποτέλεσμα ο Φιξ να φύγει από την αποικία και να φτιάξει ζυθοποιείο στο Κολωνάκι το 1864.

Το 1862 η αποικία είχε γύρω στους 70 κατοίκους, αλλά μετά την εκθρόνιση του Βασιλιά το κλίμα έγινε πολύ βαρύ γι’αυτούς και αρκετές οικογένειες ακολούθησαν τον Όθωνα στην Βαυαρία, αφήνοντας πίσω λίγες οικογένειες και μερικούς εργένηδες.

Η έπαυλη-με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και ιστορική αξία-όπως και ο περιβάλλοντας χώρος έχουν κριθεί διατηρητέοι. Στο παρελθόν το Υπουργείο Πολιτισμού-επί υπουργείας του κ. Ε. Βενιζέλου αρχικά και μετά της κ. Φ.Π. Πετραλιά είχε ξεκινήσει τη διαδικασία της απαλλοτρίωσης που δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε.

Οι φερόμενοι ως ιδιοκτήτες/κληρονόμοι των Φίξ επιδιώκουν τον αποχαρακτηρισμό της έπαυλης και του περιβάλλοντος χώρου με προφανή στόχο την «αξιόποιηση» του χώρου σε συνεργασία με μεγαλοκατασκευαστές. Η υπόθεση εκδικάστηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας στις 21-2-2007.

Ομόφωνα το Δημοτικό Συμβούλιο του Ηρακλείου αποφάσισε να παρέμβει στο Σ.τ.Ε. ώστε να διαφύγει τον κίνδυνο το ιστορικό κτίριο και το πάρκο. Από τότε δίκτυο πολιτών συλλέγει υπογραφές με αίτημα να αποδωθεί ο χώρος στο Δήμο και να είναι προσβάσιμος σε όλους.

Η συνολική επιφάνεια του πάρκου είναι 27000,50 τ.μ. Μέσα στα όρια του βρίσκονται το κύριο κτήριο που ήταν η θερινή κατοικία αρχικά του Όθωνα και αργότερα της οικογένειας Φίξ, τρία βοηθητικά κτήρια και δύο αποθήκες.

Το κτήμα έχει 1563 δέντρα, κυρίως πεύκα, και οι αυλές είναι στρωμένες με ακανόνιστες πλάκες. Λόγω της φυσικής κλίσης υπάρχουν τοίχοι αντιστήριξης που σχηματίζουν επίπεδες και κεκλιμένες επιφάνειες.

Το επικίνδυνο είναι ότι το ακίνητο έχει ενταχθεί από το 1937 στο σχέδιο και, επομένως, με την πρώτη «στραβή» μπορεί να χτιστεί. Το 1985 το γνωμοδοτικό συμβούλιο δημοσίων κτημάτων είχε αποφανθεί ότι 13 στρέμματα ανήκουν στους κληρονόμους Φιξ λόγω χρησικτησίας. Μία δεκαετία αργότερα, στο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Ηρακλείου προβλέπεται ότι τα 17 στρέμματα αποτελούν κοινόχρηστο πράσινο και το δικαίωμα δόμησης σε αυτό το κομμάτι μεταφέρεται στην υπόλοιπη έκταση.

Η έπαυλη και ο περιβάλλων χώρος προστατεύονται από τον νόμο 3028/2002, αλλά το θέμα μπλέχτηκε, αφού μία ημέρα πριν εκδόθηκε απόφαση από τον υπουργό Πολιτισμού που αφορά το συγκεκριμένο ακίνητο και αναφέρει ότι ιδιοκτήτης είναι το Δημόσιο, ενώ λίγους μήνες πριν είχε αποφασιστεί, με κοινή απόφαση των υπουργών ΠΕΧΩΔΕ και Πολιτισμού, η κατεπείγουσα απαλλοτρίωση του κτήματος στο πλαίσιο της ολυμπιακής προετοιμασίας. 

Με άλλα λόγια, εμφανίζεται το κράτος να πληρώνει για ακίνητο που θεωρεί ότι του ανήκει, αντίφαση την οποία αξιοποίησαν οι κληρονόμοι που κατέφυγαν στη Δικαιοσύνη. Το Πρωτοδικείο, πάντως, εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία το ύψος της αποζημίωσης ορίστηκε σε 16,05 εκατ. ευρώ. Τα χρήματα όμως δεν καταβλήθηκαν μέσα στο 18μηνο που προβλέπει ο νόμος και τον Μάιο του 2004.